ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΩΝ, 1830-1982

Παραπομπές

1 Η Ευαγγελία Κανταρτζή είναι πρόεδρος του Μουσείου Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Διάσωσης Σχολικού Υλικού (ΕΚΕΔΙΣΥ).

2 Κωνσταντινίδης, Γ. (1860). Αλφαβητάριον κατά νέαν μέθοδον φιλοπονηθέν υπό Γ. Κωνσταντινίδου προς χρήσιν των παίδων, μετά τριάκοντα πέντε εικονογραφιών. Αθήναι: Τύποις Χ. Νικολαϊοδου Φιλαδελφέως (παρά τη Πύλη της Αγοράς, αριθ. 420).

3 Χαρακτηριστικό είναι ότι από τα 7 βιβλία που κυκλοφορούν, τα 2 είναι εκδόσεις του εκδοτικού οίκου της Εστίας. Ο εκδοτικός αυτός οίκος θα ασχοληθεί με εκδόσεις σχολικών βιβλίων οι οποίες για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα καταλαμβάνουν σχεδόν το σύνολο της παραγωγής του. Βλέπε αναλυτικά Καρακατσούλη, Α. (2011). Στη χώρα των βιβλίων: Η εκδοτική ιστορία του Βιβλιοπωλείου της Εστίας, 1885-2010, Αθήνα: Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων. Βλέπε ακόμα τον διαφημιστικό κατάλογο του Βιβλιοπωλείου της Εστίας «Τα νέα εγκεκριμένα αναγνωστικά και βοηθητικά δια τα δημοτικά σχολεία 1928-1930».

4 Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαλέας αποκλήθηκε «μαλλιαρός της παλέτας» σε αντιστοιχία με τους λογοτέχνες που πρωτοστάτησαν στην καθιέρωση της δημοτικής με τους οποίους και συνεργάστηκε. Θεωρείται μάλιστα πως η αντίδραση στο έργο του είναι περισσότερο αντίδραση για τις απόψεις του και τη συμμετοχή του στο δημοτικιστικό κίνημα. Για την εικονογράφηση του Μαλέα βλέπε αναλυτικά στα Μπερεδήμας, Π. (2000). Βιβλίων εικονογράφηση. Τυπογραφία ή Τέχνη, Εικαστική Παιδεία,. 16, 30-32∙ Μπερεδήμας, Π. (2001). Έντυπα εικονογραφημένα  Ελληνικά αλφαβητάρια 1481-1830, Εικαστική Παιδεία, 17. 20-26.

5 «Τα πρωτότυπα σχέδια συνδυάζουν στοιχεία ετερόκλητα ως προς τη σύνθεση. Είναι μεγάλα, επεξηγηματικά, σχεδιασμένα με απλουστευμένες γραμμές. Οι ανθρώπινες μορφές σχεδιάζονται με φαρδιά περιγράμματα και ελάχιστες  λεπτομέρειες. Οι εκφράσεις των προσώπων είναι απλουστευμένες και υπαινικτικές, χωρίς να αποδίδονται ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Αντίθετα, το πλούσιο τοπίο έχει όλα τα χαρακτηριστικά της τοπιογραφικής αντίληψης του Μαλέα στην απόδοση της προοπτικής, στη φωτοσκίαση των επιπέδων, στη διακοσμητικότητα, στο πλάσιμο των δέντρων. Στο σύνολό της, η εικονογράφηση βασίζεται στο απλό, απέριττο σχέδιο, αναδεικνύοντας την έννοια κάθε λέξης. Βλέπε  Oράτη,  E. (2010). Aπέξω κι ανακωτά. Εικόνες στα ελληνικά αλφαβητάρια 1860-1960. Στο Καλλιτέχνες και αναγνωστικά στα αναγνωστικά 1860-1960. Αθήνα: ΜΙΕΤ, 26.

6 Η διαδικασία έγκρισης διδακτικών βιβλίων ξεκινά με την προκήρυξη διαγωνισμού μετά από πρόταση του Ανωτάτου Συμβουλίου για τη συγγραφή διδακτικών βιβλίων. Τα υποβαλλόμενα βιβλία κρίνονται από το Ανώτατο Συμβούλιο της Εκπαίδευσης, στο οποίο μετέχει και ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΕΣΒ. Εγκρίνονται μέχρι τρία βιβλία για κάθε μάθημα, των οποίων η κυριότητα περιέχεται στον Οργανισμό και τα οποία ισχύουν για πέντε χρόνια τουλάχιστον. Η διάθεση των βιβλίων γίνεται μέσω βιβλιοπωλείων για λογαριασμό του Οργανισμού. Από το σχολικό έτος 1938-9 κανενός βιβλίου η σχολική χρήση δεν επιτρέπεται, χωρίς την προηγούμενη έγκριση από τον ΟΕΣΒ. Βλέπε Γεωργούντζος, Π. (1968). Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων. Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 4ος, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 241-244µ Φωτεινόπουλος,  Θ. (1967) Αλληλοδιδακτική μέθοδος. Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια- Herder,  Τόμος 1ος, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα,  197-200.

7 Πρόκειται για το Αναγνωστικό του Χ. Δημητρακόπουλου, Εργασία και Χαρά.

8 Βλέπε Εμπρός, 13-10-1949.

9 Βλέπε αναλυτικά Κανταρτζή, Ε. (1991). Η εικόνα της γυναίκας. Διαχρονική έρευνα των αναγνωστικών βιβλίων του Δημοτικού Σχολείου. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

10 Η Χρυσάνθη Κουμπάρου-Χανιώτη είναι διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάζεται ως Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

11 Στα Α.Π. ορίζονται τα λογοτεχνικά είδη των κειμένων που διδάσκονται από τα Ν.Α. Ανάμεσα στα άλλα αναγνώσματα προβλέπεται και η διδασκαλία κειμένων με θέμα μελέτες, αυτοβιογραφίες και επιστολές. Αυτά τα είδη των κειμένων ανήκουν στη γραπτή παράδοση (και μάλιστα στην εθνική γραπτή παράδοση, εφόσον οι συγγραφείς τους είναι έλληνες), δηλαδή στη «λογοτεχνία» με την παλαιά, ευρεία σημασία του όρου, δηλαδή ως σύνολο των γραπτών έργων που δεν αφορούν ειδικές επιστήμες (Δημαράς Κ.Θ., χ.χ.2: 1). Επιπλέον, οι συντάκτες των Προγραμμάτων ορίζουν τη διδασκαλία κειμένων που έχουν ως θέμα τους ηρωικά κατορθώματα και ιστορικά γεγονότα της αρχαίας, της μεσαιωνικής και της νεότερης Ελλάδας και τη διδασκαλία κειμένων εθνικού και θρησκευτικού περιεχομένου. Επιπρόσθετα, οι νομοθέτες από το Α.Π. του 1932 και μετά ορίζουν σταθερά τη διδασκαλία δημοτικών τραγουδιών και τη διδασκαλία κειμένων που αναφέρονται σε λαογραφικά στοιχεία, όπως λαϊκές παραδόσεις, μύθοι, ήθη και έθιμα του ελληνικού λαού. Η εκπαιδευτική πολιτική ορίζοντας τη διδασκαλία τέτοιων λογοτεχνικών ειδών και κειμένων με τέτοιο θεματικό περιεχόμενο, επιδιώκει τη διδασκαλία της «λογοτεχνίας» που έχει επενδυθεί με ένα πλέγμα εθνικών σημασιών και αξιών (Αποστολίδου, 1995: 15 - 16).

12 Το Υπουργείο Παιδείας συντάσσει και στη συνέχεια δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης τις Προκηρύξεις προς σύνταξιν νεοελληνικών αναγνωσμάτων διά τα σχολεία της Μέσης Εκπαιδεύσεως. Με αυτό τον τρόπο, το Υπουργείο γνωστοποιεί δημόσια το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι συντάκτες των Ν.Α. είναι υποχρεωμένοι να κινηθούν. Οι προκηρύξεις, επομένως, καθορίζουν τόσο την ουσιαστική όσο και την τυπική μορφή των σχολικών εγχειριδίων του μαθήματος των Ν.Ε.: προσδιορίζουν λεπτομερώς τους σκοπούς των Ν.Α., τα κριτήρια επιλογής των κειμένων, το θεματικό τους περιεχόμενο, τις γλωσσικές και παιδαγωγικές κατευθύνσεις, την οργάνωση της ύλης, την έκταση του βιβλίου και άλλες τεχνικές ή και αισθητικές προδιαγραφές.

13 Πρόκειται για τους εξής τύπους σχολείων: τριτάξια Ελληνικά σχολεία, τετρατάξια Γυμνάσια, εξατάξια Γυμνάσια, Ημιγυμνάσια, Πρακτικά Λύκεια, Προγυμνάσια, οκτατάξια Γυμνάσια, Γυμνάσια πρακτικής κατεύθυνσης, Γυμνάσια κλασικής κατεύθυνσης, Γυμνάσια Α΄ βαθμίδας, Γυμνάσια θεωρητικής κατεύθυνσης, Γυμνάσια θετικής κατεύθυνσης και Λύκεια γενικής κατεύθυνσης.

14 Για παράδειγμα η μέση τιμή σελίδων για την Α΄ τάξη Γυμνασίων από το 1917 έως το 1937 είναι περίπου 192, ενώ για την ίδια τάξη και βαθμίδα αλλά από το 1938 έως το 1977 είναι περίπου 266. Για την Γ΄ τάξη Γυμνασίων από το 1917 έως το 1937 η μέση τιμή σελίδων είναι περίπου 243, ενώ για την ίδια τάξη και βαθμίδα, αλλά για το διάστημα 1938-1977, είναι περίπου 313.
Τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι η αύξηση των τυπογραφικών φύλλων δεν είναι συνυφασμένη σε όλες τις περιπτώσεις με την αύξηση του αριθμού των κειμένων ή του αριθμού των συγγραφέων που ανθολογούνται σε κάθε εγχειρίδιο, αλλά συνδέεται συχνά με την ανθολόγηση κειμένων με μεγαλύτερη έκταση. Ένα σχετικό ερώτημα που προκύπτει είναι αν η ανθολόγηση κειμένων με μεγαλύτερη έκταση συναρτάται σε όλες τις περιπτώσεις με την ηλικία και τις πνευματικές δυνάμεις των μαθητών. Όμως, τα διαθέσιμα στοιχεία της περιόδου δεν επαρκούν για σαφή συμπεράσματα.

15 Στα 129 Ν.Α. του corpus του Αρχείου Ν.Α. της Χρ. Κουμπάρου που εξετάστηκαν, ανθολογούνται έργα 480 συγγραφέων (453 ανδρών και 27 γυναικών). Επίσης, ανθολογούνται 36 έργα αγνώστων/ανώνυμων συγγραφέων, 255 δημοτικά τραγούδια, 50 λαϊκές παραδόσεις-μύθοι, 15 αποσπάσματα από το Έπος του Διγενή και ποικίλα άλλα αποσπάσματα, τα οποία φυσικά δεν καταχωρούνται ως έργα συγκεκριμένων συγγραφέων (π.χ. αποσπάσματα από εφημερίδες). Συνολικά ανθολογούνται 3.390 κείμενα από τα οποία τα 1.811 είναι πεζά (ποσοστό 53,4%) και τα 1.579 ποιητικά (ποσοστό 46,6%).
Όλα τα έργα που ανθολογούνται στις τέσσερις πρώτες σειρές των Ν.Α. είναι ελλήνων συγγραφέων. Στην 5η σειρά Ν.Α. (1929/30-1938) εισάγονται για πρώτη φορά κείμενα ξένης λογοτεχνίας σε μετάφραση για την Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη των Γυμνασίων. Από εκεί και μετά εμφανίζονται σταθερά.

16 Για παράδειγμα αναφέρω τα Ν.Α. της Ε΄ τάξης Γυμνασίων του 1940. Στο εξώφυλλο του βιβλίου αναγράφεται ένας μόνο ανθολόγος (Μιχαήλ Χ. Οικονόμου), η συλλογή του οποίου έχει κερδίσει στο διαγωνισμό το πρώτο βραβείο. Από αυτή τη συλλογή ανθολογούνται στο βιβλίο που τελικά εκδίδεται από τον Ο.Ε.Σ.Β. τα περισσότερα κείμενα, καθώς η κριτική επιτροπή έκρινε ότι πληρούν σε μεγάλο βαθμό τις προδιαγραφές για την έγκριση. Όμως, από τον πίνακα των περιεχομένων κατά συλλογές, που παρατίθεται στις τελευταίες σελίδες, προκύπτει ότι έχουν αντληθεί και κείμενα από άλλες συλλογές δέκα συνολικά ανθολόγων.

17 Η νέα αντίληψη για το γνωστικό αντικείμενο των Ν.Ε. συνδέεται με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976, η οποία αντανακλά τις συγκλονιστικές εμπειρίες από τη δικτατορία, τις κοινωνικές ανακατατάξεις και τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού της ελληνικής κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτής της μεταρρύθμισης, καθιερώνεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης ως γλωσσικό όργανο η «Νέα Ελληνική ομιλούμενη γλώσσα». Επίσης, το 1977 με υπουργό Παιδείας το Γ. Ράλλη και μετά από πρωτοβουλία του ΚΕΜΕ, συγκροτείται ομάδα εργασίας από φιλολόγους - εκπαιδευτικούς με σκοπό να συντάξει νέα σχολικά εγχειρίδια για το μάθημα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η προσπάθεια αυτή ολοκληρώνεται το 1982. Καρπός της είναι τα έξι βιβλία που φέρουν τον τίτλο «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας». Τέλος, το μάθημα των Ν.Ε. μετονομάζεται σε μάθημα Νεοελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας με δύο κλάδους: α) γλωσσική διδασκαλία - έκθεση και β) διδασκαλία κειμένων νεοελληνικής λογοτεχνίας. Κάθε κλάδος στηρίζεται στα δικά του συγκεκριμένα διδακτικά εγχειρίδια.

18 Ο Χρήστος Γεωργίου είναι διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και εργάζεται ως διευθυντής Δημοτικού Σχολείου.

19 Ο Χρήστος Παπαθανασίου είναι υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημιου Ιωαννίνων (στο πεδίο Ιστορία της Εκπαίδευσης).

20 Ο Χάρης Αθανασιάδης είναι ιστορικός της εκπαίδευσης και εργάζεται ως αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

21 Βλ. σχετικά Αλέξης Δημαράς, Το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο, Αθήνα, Ερμής, 1972, σ. ιθ΄-κ΄.

22 Βλ. Άννα Φραγκουδάκη, Ο Εκπαιδευτικός Δημοτικισμός και ο γλωσσικός συμβιβασμός του 1911, Ιωάννινα 1977.

23 Η Συντακτική Επιτροπή που συγκροτήθηκε για την αξιολόγηση των βιβλίων αποτελούνταν από τους δύο ανώτερους επόπτες, Δελμούζο και Τριανταφυλλίδη, δύο λογοτέχνες, τους Παύλο Νιρβάνα και Ζαχαρία Παπαντωνίου και έναν εκπαιδευτικός, τον δημοτικιστή επιθεωρητή και συγγραφέα σχολικών βιβλίων Δημοσθένη Ανδρεάδη. Ως συλλογικά έργα της Συντακτικής Επιτροπής, και γι’ αυτό υποδειγματικά, προβλήθηκαν το «Αλφαβητάρι με τον Ήλιο» (έργο κυρίως του Δελμούζου) και «Τα Ψηλά Βουνά», το οποίο αν και γραμμένο από τον Παπαντωνίου φαίνεται να δέχθηκε τις παρατηρήσεις των υπολοίπων μελών της Συντακτικής Επιτροπής και, οπωσδήποτε, τις γλωσσικές υποδείξεις του Τριανταφυλλίδη.

24 Η εκδοτική πορεία των Ψηλών Βουνών έχει το δικό της ενδιαφέρον: Η α΄ έκδοση (Εθνικό Τυπογραφείο, 1918) είχε προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο του 1918 με την έναρξη του σχολικού έτους, αλλά ως φαίνεται δεν είχε ολοκληρωθεί εγκαίρως η συγγραφή του (εφ. Εμπρός, 2.9.1918) και άρχισε να διατίθεται στα βιβλιοπωλεία μόλις τον Ιανουάριο του 1919 (βλ. εφ. Εμπρός, 10.1.1919). Η β΄ έκδοση (Εθνικό Τυπογραφείο, 1919) έγινε τον Οκτώβριο του 1919, αν και στο εξώφυλλο πολλών αντιτύπων αναγράφεται η ένδειξη 1918, επειδή χρησιμοποιήθηκαν εξώφυλλα που είχαν περισσέψει από την α΄ έκδοση. Τα αντίτυπα της β΄ έκδοσης ξεχωρίζουν, ωστόσο, επειδή περιέχουν μικρές, αλλά ουσιώδεις τροποποιήσεις σε σχέση με την α΄, που σκοπό είχαν να διασκεδάσουν τους επικριτές του. Η γ΄ έκδοση (Αδελφοί Ασπιώτη, 1920-21), είχε προκηρυχθεί επί κυβερνήσεως Βενιζέλου (Μάιος 1920), αλλά τα αντίτυπα παραδόθηκαν στο υπουργείο της Παιδείας τον Ιανουάριο του 1921, μετά από την ήττα των Φιλελευθέρων (Νοέμβριος 1920). Η γ΄ έκδ. είναι πανομοιότυπη με τη β΄, εκτός από τη διόρθωση ορισμένων τυπογραφικών λαθών που στο μεταξύ είχαν επισημανθεί. Οι πληροφορίες για τις τρεις εκδόσεις στο Μ. Τριανταφυλλίδης, Πριν καούν…, σ. 285, υποσημ. 41. Με το τέλος του σχολικού έτους 1920-21, όταν «λήγει η βασιλεία των μαλλιαρών βιβλίων» (δήλωση του υπουργού Παιδείας Θ. Ζαίμη, Εμπρός, 7.5.1921), τα Ψηλά Βουνά αποσύρονται. Από όσο γνωρίζω αξιοποιήθηκαν ξανά ως αναγνωστικό, της Γ΄ Δημοτικού πάντοτε, κατά τις δύο επόμενες μεταρρυθμιστικές περιόδους του μεσοπολέμου (1924-25 και 1929-32) και, συμβολικά, στη μεταπολίτευση (1974-75, πενήντα έξι χρόνια μετά τη συγγραφή τους), ενώ καταξιώθηκαν ως ελεύθερο παιδικό ανάγνωσμα, το οποίο γνώρισε και συνεχίζει να γνωρίζει πολλαπλές επανεκδόσεις.

25 Και πέντε ακόμα: Ο Ανδρέας Σκιάς, επίσης καθηγητής της Φιλοσοφικής, οι Θ. Μιχαλόπουλος, διευθυντής διδασκαλείου και πρώην βουλευτής με διακριτό ρόλο στην συνταγματική καθιέρωση της καθαρεύουσας στα 1911, Σ. Σακελλαρόπουλος, καθηγητής της Φιλοσοφικής και Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Παιδείας, Ι. Μεγαρεύς, Τμηματάρχης Δημοτικής Εκπαιδεύσεως και Χρ. Οικονόμου, Εκπαιδευτικός Σύμβουλος. Υπουργός Παιδείας στη συγκυρία αυτή ήταν ο Θ. Ζαΐμης και πρωθυπουργός ο Δ. Ράλλης (αλλά πραγματικός ηγέτης της αντιβενιζελικής παράταξης ο Δ. Γούναρης).

26 Πέντε σελίδες αφιερώνονται στην κριτική του αναγνωστικού των Καρκαβίτσα-Παπαμιχαήλ και τρεις στο αναγνωστικό των Κουρτίδη-Κονιδάρη-Καλαρά. Από τις οκτώ τελικές προτάσεις της «Επιτροπείας» υπογραμμίζουμε την περισσότερο γνωστή: «Να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι τα (…) υπάρχοντα αναγνωστικά βιβλία ως έργα ψεύδους και κακοβούλου προθέσεως». Έκθεσις της Επιτροπείας της διορισθείσης προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1992, σ. 170. Η α΄ έκδοση κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1921 σε 20.000 αντίτυπα.

27 Γ. Ν. Χατζιδάκις, Γενηθήτω φως: Ο μαλλιαρισμός εις τα δημοτικά σχολεία, Εν Αθήναις, Τυπογραφείο της Β. Αυλής Α. Ραφτάνη, 1920.

28 Μ. Τριανταφυλλίδη, Πριν καούν: Η αλήθεια για τ’ αναγνωστικά της δημοτικής, Αθήνα 1921 (ανάτυπο από το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τ. 9, 1921, σελ. 177-322).

29 Αθήνα, εκδ. Αθηνά, 1923. Οι επιφυλλίδες στην εφ. Νέα Ελλάδα έφεραν γενικό τίτλο: «Η εκπαιδευτική μεταρρύθμισις και η επίσημος επιτροπή».

30 Αλέξανδρος Δελμούζος, «Η αντίδραση», Δελτίον του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τ. Ζ΄, 1919.

31 Ο Δημήτρης Γληνός επικεντρώθηκε στην υπεράσπιση του αλφαβηταρίου της μεταρρύθμισης εκδίδοντας με ψευδώνυμο (Αντώνης Γαβριήλ) το έξοχα ειρωνικό βιβλίο Οι χοίροι υΐζουσιν, τα χοιρίδια κοΐζουσιν, οι όφεις ιύζουσιν, Εν Αθήναις, εκδ. Δημητράκου 1921 (ακολούθησε η β΄ έκδοση στα 1924 και μία πρόσφατη ανατύπωση, Αθήνα, Επικαιρότητα, 1995).

32 Ενδεικτικά, στο περιοδικό Ερμής της περιόδου 1920-22 εντόπισα δώδεκα κείμενα δασκάλων που εμπλέκονται στη διαμάχη: Εννέα δημοτικιστές, τρεις καθαρευουσιάνοι. Βλ. ενδεικτικά το κείμενο «Ναι, να καούν» (τίτλος ειρωνικός), γραμμένο από τον Χρήστο Ράικο, γενικού γραμματέα της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας, αναδημοσιευμένο στο παράρτημα της μονογραφίας μου Δάσκαλοι και Εκπαιδευτικός Δημοτικισμός, Αθήνα, Μεταίχμιο, 2001.

33 Σε (ποσοτική) ανάλυση περιεχομένου τα Ψηλά Βουνά έχουν ήδη υποβληθεί, από κοινού με άλλα δώδεκα αναγνωστικά του μεσοπολέμου, στην εμπεριστατωμένη μελέτη της Άννας Φραγκουδάκη Τα αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου (Αθήνα, Θεμέλιο, 1977, βλ. ιδιαιτέρως σελ. 139-177). Τα Ψηλά Βουνά αξιολογούνται εκεί ως το «καλύτερο» και «προοδευτικότερο» από όλα τα εγχώρια αναγνωστικά, όσα κυκλοφόρησαν από τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους ως την έκδοση της μελέτης. Η διαφορά της δικής μου προσπάθειας έγκειται στην εστίαση και την ιδιαίτερη στόχευση. Αξιοσημείωτες αναφορές και επισημάνσεις για τη διαμάχη γύρω από τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης γενικώς και τα Ψηλά Βουνά ειδικότερα, περιέχονται επίσης στο πρώτο, ιστορικό τμήμα της μελέτης των Αχιλλέα Καψάλη και Δημήτρη Χαραλάμπους, Σχολικά εγχειρίδια: Θεσμική εξέλιξη και σύγχρονη προβληματική, Αθήνα, Μεταίχμιο, 2007, ιδιαιτέρως σελ. 72-80. Από τις περισσότερο λογοτεχνικές προσεγγίσεις έχω υπόψη μου αυτές των Αντώνη Μπενέκου (Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Αθήνα, Δίπτυχο, 1981 - 11972) και Κωνσταντίνου Μαλαφάντη («Η προσφορά του Ζαχαρία Παπαντωνίου στην παιδική λογοτεχνία και την εκπαίδευση», περ. Διαβάζω, τχ. 285, 1992).

34 Βλ. περίληψη του σχετικού πρακτικού στο Δελτίον του Υπουργείου της Παιδείας, τχ. 3, Μάρτιος 1919, σ. 17-20.

35 Σύμφωνα με τον κλασικό διαχωρισμό του Τένις: Ferdinand Tonnies, Community and Society, Dover Publications, Νέα Υόρκη 2002, σελ. 33-37 (α΄ έκδ. 1887).

36 Και τις δύο αρχές θα επικαλεστεί ο Σωτηρίου, ό.π., σ. 47-8. Μια θεωρητική σύνοψη και οδηγίες για την έμπρακτη εφαρμογή της σχολικής κοινότητας θα επιχειρήσει αργότερα ο Μιχάλης Παπαμαύρος: Η σχολική κοινότητα, εκδ. οίκος Δημητράκου, Αθήνα 1928.

37 Έκθεσις της Επιτροπείας…, ό.π., σ. 81.

38 Βλ. Δελτίον του Υπουργείου της Παιδείας, ό.π.

39 Έκθεσις της Επιτροπείας…, ό.π., σ. 81.

40 href="#_ednref40" name="_edn40" title=""> Την εσκεμμένη προσθήκη παραδέχεται ο Τριανταφυλλίδης, ό.π.

41 Σωτηρίου, ό.π., σ. 17-31.

42 Σωτηρίου, ό.π., σ. 22-23.

43 Δελτίον του Υπουργείου της Παιδείας, ό.π.

44 Σωτηρίου, ό.π., 96-97.

45 Βλ. Σωτηρίου, ό.π., σ. 69-70 και Τριανταφυλλίδης, ό.π., σ. 276.

46 Βλ. Άπαντα Παλαμά, εκδ. Μπίρη, τ. Η΄, σ. 456.

47 Η φυσιολατρεία των Ψηλών Βουνών δεν διέλαθε, άλλωστε, της προσοχής των Ελλήνων ειδικών της Περιβαλλοντικής Αγωγής, βλ. http://www.aegean.gr

48 Στο τμήμα αυτό, ωστόσο, το αφήγημα ξεπέφτει στον άμεσο διδακτισμό, πράγμα που θα παραδεχτεί ο Τριανταφυλλίδης: «Εκεί πραγματικά η φυσιογνωστική διδασκαλία […] δεν μπόρεσε να υποταχτή όσο έπρεπε στη λογοτεχνική αρχή και στη σύνθεση του έργου», Τριανταφυλλίδης, ό.π., σ. 290.

49 Έκθεσις…, ό.π., σ. 79.

50 Γ. Χατζιδάκις, «Οι υπονομευταί της ελληνικής γλώσσης», εφ. Εμπρός, 30.4.1920 [Το κείμενο αυτό του Γ. Χατζιδάκι, το οποίο επικεντρώνεται στη γλώσσα χωρίς, ωστόσο, να παραλείπει εκτενείς αναφορές στην ιδεολογία των νέων αναγνωστικών –κυρίως των Ψηλών Βουνών-, δημοσιεύτηκε αρχικά σε καθημερινές συνέχειες στην εφ. Εμπρός από τις 20 Φεβρουαρίου ως 30 Μαρτίου 1920 για να εκδοθεί στη συνέχεια σε τομίδιο με τίτλο: Απάντηση στους Ανώτερους Επόπτες].

51 Δεν είναι ίσως άσκοπο να σημειώσουμε ότι από τους υπογράφοντες την εισήγηση κανείς δεν ήταν μαθηματικός.

52 Τη διαχρονικότητα του προβλήματος τονίζει χαρακτηριστικά ο τίτλος του προαναφερθέντος τεκμηρίου 183 της συλλογής του Α. Δημαρά: Τα προβλήματα δεν ελήφθησαν εκ της διδαχθείσης ύλης.

Πλοήγηση