ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΩΝ, 1830-1982

Από την ίδρυση του ΟΕΣΒ ως τη Μεταπολίτευση (1937-1980)

Μέχρι την ίδρυση το 1937 του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ), οι διαδοχικές κυβερνήσεις τροποποιούν το σύστημα έγκρισης των σχολικών βιβλίων, αλλάζοντας συνήθως τη διάρκεια έγκρισής τους. Ταυτόχρονα, ανάλογα με την κυβερνητική αλλαγή, έχουμε επικράτηση της δημοτικής ή της καθαρεύουσας. Το γλωσσικό ζήτημα ανάγεται σε πολιτικό και η εναλλαγή συντηρητικών και φιλελεύθερων κυβερνήσεων σημαίνει και αλλαγή των σχολικών βιβλίων. Μετά από έναν αιώνα σύγκρουσης και εναλλαγής του κρατικού μονοπωλίου και του ελεύθερου ανταγωνισμού καθιερώνεται με το Νόμο 952/1937 «Περί ιδρύσεως οργανισμού προς έκδοσιν σχολικών κλπ βιβλίων» η πολιτική του κρατικού μονοπωλίου καθώς το βιβλίο αναγνωρίζεται ως ένα ισχυρό μέσο ιδεολογικού ελέγχου. (εικ.11, εικ.12, εικ.13, εικ.14)

Ο Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων ή όπως μετονομάσθηκε αργότερα Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων δημιουργείται με σκοπό την έκδοση και διάθεση στους μαθητές  των διδακτικών βιβλίων όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδρυτικού νόμου ο Οργανισμός διακηρύσσει διαγωνισμό συγγραφής βιβλίων από τα οποία βραβεύονται τα τρία καλύτερα. Από αυτά ο ΟΕΔΒ εκδίδει το πρώτο, στο οποίο όμως έχει το δικαίωμα να προσθέσει κεφάλαια και από τα άλλα δύο[6].

Στην εισηγητική έκθεση του Νόμου είναι ολοφάνερες οι προθέσεις του κράτους: «εκ των σπουδαιοτέρων παραγόντων της αγωγής είναι και τα διδακτικά βιβλία διότι αποτελούν κύριον μέσον δι’ ου επιδρά το σχολείον επί του μαθητού και διότι εκφράζουν τας αντιλήψεις του Κράτους περί του σκοπού της αγωγής». Εξάλλου η πολιτική του ελεύθερου ανταγωνισμού  απορρίπτεται και για το λόγο ότι «περικλείει τον κίνδυνον της εκφυγής του περιεχομένου των διδακτικών βιβλίων από τους τεθειμένους υπό του Κράτους σκοπούς της αγωγής». ΄Ετσι υιοθετείται η πολιτική του κρατικού μονοπωλίου, η οποία, παρά τα μειονεκτήματά της, «εξασφαλίζει την συγγραφήν βιβλίων συμφώνων προς τας κρατικάς αντιλήψεις…» (Κανταρτζή & Καψοκαβάδης, 2010β).

Έτσι αρχίζει η περίοδος του κρατικού μονοπωλίου και διαφαίνεται η πρόθεση του καθεστώτος να ασκήσει συγκεντρωτική πολιτική ώστε να είναι σε θέση να ελέγχει τον ιδεολογικό προσανατολισμό του σχολείου (Κανταρτζή & Καψοκαβάδης, 2010β). Στα πρώτα αναγνωστικά που τυπώνονται το 1939 εμφανίζεται ολοκάθαρα το νέο πνεύμα. Τα εξώφυλλα των βιβλίων αντικαθίστανται από τους μικρούς φαλαγγίτες ενώ το περιεχόμενό τους διανθίζεται από τους λόγους του Ι. Μεταξά και τον Ύμνο της 4ης Αυγούστου. (εικ.10)

Το 1947 κυκλοφορούν τα βιβλία του 1939 αλλά χωρίς τα κείμενα που είχαν αναφορές στο μεταξικό καθεστώς. Στα αναγνωστικά αυτά η καθαρεύουσα εισάγεται από την Ε΄ τάξη. Το 1949 εκδίδονται νέα αναγνωστικά, τα οποία όμως, εκτός από κάποιες αλλαγές στο περιεχόμενο, έχουν ίδιους στόχους και διατηρούν την ίδια μεθοδολογία με τα προηγούμενα αναγνωστικά (Χατζησαββίδης, 1992: 19). Ο Μανώλης Χατζηδάκης τονίζει την ιδιαίτερη καλαισθησία και εικονογράφηση των νέων βιβλίων: «Είναι φανερή η προσπάθεια για την δημιουργία μιας ελληνικής εικονογράφησης, που η ελληνικότητα της δεν εκφράζεται μονάχα από τα θέματα και από την οικειότητα των παριστανωμένων πραγμάτων, αλλά και από τα ίδια τα καλλιτεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνται εδώ. Εκφραστικοί τρόποι της ελληνικής καλλιτεχνικής παράδοσης προβάλλουν διακριτικά και αφομοιωμένα, από τα αρχαία αγγεία και από τις βυζαντινές μικρογραφίες ακόμη και από τη λαϊκή μας τέχνη. Η παρατήρηση αυτή αφορά στα βιβλία της Γ΄ τάξης και πάνω. Της Α΄ τάξης το αναγνωστικό, σχεδιασμένο από τον Κ. Γραμματόπουλο, έχει τη δροσιά και τη χάρη που αρμόζει στην ηλικία, όπως και της Β΄ τάξης, η αδρή και καλαίσθητη διακόσμηση της Λ. Μοντεσάντου[7]µ ίσως περισσότερη σαφήνεια στα περιγράμματα θάταν χρήσιμη. Της Δ΄ τάξης δεν είναι από τα καλύτερα, ενώ της Γ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ τα αναγνωστικά είχαν την τύχη να εικονογραφηθούν από κορυφαίους χαράκτες μας: τον Τάσσο, τον Σπ. Βασιλείου και τον Μανουσάκη. Πολλές από τις σελίδες αυτές έχουν εξαίρετη ποιότητα, ώστε ν’ αποτελούν αυτές μόνες τους έργα τέχνης σημαντικά» (Χατζηδάκης, 1949: 3). (εικ.3, εικ.19, εικ.21)

Φαίνεται ότι είναι τόσο προσεγμένη η έκδοση των νέων αυτών αναγνωστικών ώστε τα βοηθητικά που κυκλοφορούν την ίδια περίοδο υστερούν στην αισθητική αρτιότητα: «Τα εκδοθέντα αναγνωστικά του Δημοτικού Σχολείου είναι περίφημα. Πολύχρωμοι εικόνες καλλιτεχνικαί, περίφημοι εκτυπώσεις και προπαντός πραγματικά καλαίσθητος και πολιτισμένη έκδοσις και εμφάνισις (…) Αντιθέτως τα λεγόμενα «βοηθητικά» του Δημοτικού Σχολείου είναι εις την πραγματικότητα φυλλάδες μη δυνάμεναι να συγκριθούν με τα του Εκδοτικού Οργανισμού»[8].

Το 1953 εκδίδεται προκήρυξη για τη συγγραφή νέων αναγνωστικών. Την υπογράφει ο υπουργός παιδείας Κωνσταντίνος Καλλίας της κυβέρνησης του Αλέξανδρου Παπάγου. Η προκήρυξη του υπουργείου είναι λεπτομερέστατη ως προς το περιεχόμενο και τη γλώσσα των αναγνωστικών. Το 1954 εκδίδονται τα νέα αναγνωστικά, από τα μακροβιότερα στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης. Τα αναγνωστικά αυτά χρησιμοποιήθηκαν αναλλοίωτα μέχρι το 1964. Στο διάστημα αυτό ασκήθηκε έντονη κριτική στο ιδεολογικό περιεχόμενό τους, στη γλώσσα και στην αισθητική  τους μορφή καθώς τα αναγνωστικά αυτά με αλλαγές κειμένων και αλλαγές στη γλώσσα χρησιμοποιήθηκαν επί σειρά ετών[9].

Το Αλφαβητάριο όμως φαίνεται ότι τυχαίνει ιδιαίτερης κριτικής. Για την εικονογράφηση του βιβλίου σε έρευνα στο περιοδικό Νέο Σχολείο σημειώνεται: «Είναι η καλλίτερη καθ’ εαυτήν σαν δημιουργική ζωγραφιά από όλες των άλλων βιβλίων του Οργανισμού Ε.Σ.Β. Εικόνες εξπρεσσιονιστικές και ώριμες για μεγάλες όμως τάξεις του δημοτικού και ηλικιωμένους κι όχι για τόσο μικρά παιδιά». Σε γενικές  γραμμές τονίζεται  η ακαταλληλότητα του αλφαβηταρίου αυτού και από διδακτική άποψη: «Το Αλφαβητάριο αυτό του Οργανισμού μιμήθηκε σε πολλά το παληό Αλφαβητάριο "Ο Ήλιος" της Συντακτικής Επιτροπής. Κείνο όμως ήταν δημιούργημα ζωντανό μιας εποχής πολύ αναμορφωτικής στην Εθνική μας Εκπαίδευση. Τούτο το μιμήθηκε χωρίς να του πάρη την έμπνευση, τη ζωντάνια και τη χάρη. Μιμήθηκε ακόμα, νομίζω εγώ τουλάχιστον και του Συκώκη καθώς κι άλλα που έγιναν ως σήμερα. Ο συγγραφέας του έκανε συρραγή στοιχείων με σκοπό, όπως όπως να διδάξη τα στοιχεία της γλώσσας μας εις βάρος της ψυχοσύνθεσης των μαθητών της πρώτης…». (Γκρόζας, 1955: 1743-1747).

Ο Δελμούζος, αντίθετα, υποδέχεται το Αλφαβητάρι με έντονα θετική διάθεση. Αξιοσημείωτο είναι ότι και αυτός το παρομοιάζει με το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο: «Μέσα σε όλη τη σειρά των αναγνωστικών δεν μπορώ να καταλάβω πώς χώρεσε το Αλφαβητάρι, ένα βιβλίο ολότελα ξένο προς το πνεύμα τους, η πιο ζωντανή άρνηση και διαμαρτυρία στις γλωσσικές οδηγίες του Υπουργείου. Σε πολλά το βιβλίο αυτό θυμίζει τον «Ήλιο» της παλιάς Συντακτικής Επιτροπής, και είναι γραμμένο ολόκληρο σε στρωτή δημοτική γλώσσα με ακέραιο το τυπικό και τη φωνητική της». Αλλά και παρακάτω συνεχίζει ο Δελμούζος: «Αν εξαιρέσουμε το Αλφαβητάρι, την εικονογράφησή τους, το καλό χαρτί και καθαρό και φροντισμένο τύπωμά τους…» (Δελμούζος, 1955: 35-42). (εικ.24)

Η δικτατορία επαναφέρει αυτούσια τα αναγνωστικά του 1954. Οι μαθητές/τριες της περιόδου 1954 μέχρι 1974 διδάχτηκαν, με ελάχιστες παραλλαγές, από το περιεχόμενο των βιβλίων του 1954. Αλλά και μεταδιδακτορικά εγκρίνονται  τα αναγνωστικά του 1954 για τις δύο πρώτες τάξεις ενώ για τις μεγαλύτερες τάξεις εισάγονται τα αναγνωστικά που ίσχυσαν τα 1965. Στη Γ΄ τάξη επαναφέρεται το αναγνωστικό του Παπαντωνίου «Τα ψηλά βουνά», δυστυχώς μόνο για ένα έτος και το επόμενο έτος αντικαθίσταται από το Αναγνωστικό της Γ΄ τάξης της Αγγελικής Βαρελλά. (εικ.23, εικ.16)

Γνωστοί έλληνες ζωγράφοι και χαράκτες ασχολούνται με την εικονογράφηση βιβλίων αυτή τη χρονική περίοδο. Το μάθημα της εφαρμογής της χαρακτικής στην τυπογραφία και τη διακόσμηση του βιβλίου αρχίζει να διδάσκεται στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1939. Καθοριστική είναι η παρουσία του Γιάννη Κεφαλληνού, ο οποίος μετά το διορισμό του (1932) ως διευθυντής της χαρακτικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, θα δώσει νέα διάσταση στην εικονογράφηση. Οι περισσότεροι από τους φοιτητές του ασχολήθηκαν  αργότερα με την εικονογράφηση των σχολικών εγχειριδίων του δημοτικού και του γυμνασίου, εικονογραφώντας τις σελίδες τους με σχέδια και υδατογραφίες και φροντίζοντας για τη γενικότερη αισθητική τους (Β. Κατράκη, Α. Τάσσος, Γ. Μόραλης,  Λ. Μοντεσάντου, Ε. Παπαδημητρίου, Δ. Βώττης, Κ. Θετταλός, Τ. Καλμούχος). Αλλά και αξιόλογοι ζωγράφοι όπως ο Κόντογλου, ο Κοψίδης, ο Βασιλείου, ο Αστεριάδης, ασχολούνται με την εικονογράφηση των σχολικών βιβλίων αυτή την περίοδο συντελώντας στην ποιοτική αναβάθμιση της εικονογράφησης. Εξέχουσα θέση κατέχει ο Κώστας Γραμματόπουλος, διάδοχος του Κεφαλληνού στην έδρα της Χαρακτικής στην ΑΣΚΤ, ο οποίος εικονογράφησε δύο αλφαβητάρια που έμειναν στην ιστορία: «Τα Καλά Παιδιά» (1949) του Επαμεινώνδα Γεραντώνη και το «Αλφαβητάριο» (1956) των Γιαννέλη-Σακκά. (εικ.15, εικ.17, εικ.20, εικ.25)

Οι σύγχρονες τάσεις της εικονογράφησης των βιβλίων τοποθετούνται γύρω στα 1950 με εικονογράφους που επηρεάζονται από τα σύγχρονά τους καλλιτεχνικά κινήματα όπως είναι ο ιμπρεσιονισμός, ο εξπρεσιονισμός, ο σουρεαλισμός. Η ζωγραφική αποδεσμεύεται από τη ρεαλιστική απεικόνιση και η φαντασία απελευθερώνεται δίνοντας δείγματα μιας διαφορετικής απόδοσης των νοημάτων. Η έγχρωμη εκτύπωση ζωντανεύει τις σελίδες των βιβλίων δίνοντας σχέδια πιο ελεύθερα και πιο απλά.

Το τρίπτυχο βέβαια, Θρησκεία-Πατρίδα-Οικογένεια εξακολουθεί να κυριαρχεί, όπως επίσης το ηρωικό παρελθόν. Η θεματολογία που επικρατεί φαίνεται και από τα περιεχόμενα των αναγνωστικών και των παιδικών βιβλίων. Τα κείμενα ομαδοποιούνται σε κύκλους υπό τους χαρακτηριστικούς τίτλους: από το θρησκευτικόν βίον, από τον εθνικόν βίον, από τον ηθικόν και κοινωνικόν βίον, από τον οικογενειακόν βίον. Ακολουθώντας τα κείμενα, η εικονογράφηση υπηρετεί και αυτή τον ίδιο ιδεολογικό προσανατολισμό.

Η πραγματικότητα, η οποία αναδεικνύεται από τα κείμενα και την εικονογράφηση, έχει μικρή σχέση με την κοινωνική πραγματικότητα την οποία βίωναν στην καθημερινότητά τους οι μαθητές και οι μαθήτριες. Το καθήκον, καθήκον θρησκευτικό, πατριωτικό ή ηθικό, έχει απόλυτη προτεραιότητα και παραγκωνίζει όλες τις ανθρωπιστικές αξίες. Μέσα από τις σελίδες των σχολικών βιβλίων προβάλλεται η εικόνα του καλού παιδιού, της ευτυχισμένης οικογένειας και της οικογενειακής ενότητας αντανακλώντας έναν κόσμο όπου όλα είναι ιδανικά και όμορφα. Επικρατεί ένα υπεραπλουστευτικό και μονοδιάστατο μοντέλο.

Από τη δεκαετία του 80 δημιουργείται μία νέα κίνηση που δίνει μεγάλο βάρος στο ρόλο της εικονογράφησης, η οποία τώρα έρχεται να εξυπηρετήσει και αισθητικούς προσανατολισμούς. Το εικονογραφημένο βιβλίο γίνεται πόλος έλξης πολλών αξιόλογων και ταλαντούχων καλλιτεχνών δημιουργώντας ένα ανανεωτικό κλίμα στην εικονογράφηση των βιβλίων. Η εικονογράφηση τείνει τώρα να ξεφεύγει από τα στενά, ασφυκτικά πλαίσια της ρεαλιστικής απεικόνισης  δίνοντας χώρο στη φαντασία και δημιουργική έμπνευση των παιδιών. Όμως, τα αναγνωστικά της δεκαετίας του 1980, τα οποία διατηρήθηκαν για 20 περίπου έτη, αποτελούν μια ξεχωριστή ενότητα, που, προς το παρόν, ξεφεύγει από τον χρονικό ορίζοντα τούτης της ψηφιακής συλλογής.

6 Η διαδικασία έγκρισης διδακτικών βιβλίων ξεκινά με την προκήρυξη διαγωνισμού μετά από πρόταση του Ανωτάτου Συμβουλίου για τη συγγραφή διδακτικών βιβλίων. Τα υποβαλλόμενα βιβλία κρίνονται από το Ανώτατο Συμβούλιο της Εκπαίδευσης, στο οποίο μετέχει και ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΕΣΒ. Εγκρίνονται μέχρι τρία βιβλία για κάθε μάθημα, των οποίων η κυριότητα περιέχεται στον Οργανισμό και τα οποία ισχύουν για πέντε χρόνια τουλάχιστον. Η διάθεση των βιβλίων γίνεται μέσω βιβλιοπωλείων για λογαριασμό του Οργανισμού. Από το σχολικό έτος 1938-9 κανενός βιβλίου η σχολική χρήση δεν επιτρέπεται, χωρίς την προηγούμενη έγκριση από τον ΟΕΣΒ. Βλέπε Γεωργούντζος, Π. (1968). Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων. Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 4ος, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 241-244µ Φωτεινόπουλος,  Θ. (1967) Αλληλοδιδακτική μέθοδος. Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια- Herder,  Τόμος 1ος, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα,  197-200.

7 Πρόκειται για το Αναγνωστικό του Χ. Δημητρακόπουλου, Εργασία και Χαρά.

8 Βλέπε Εμπρός, 13-10-1949.

9 Βλέπε αναλυτικά Κανταρτζή, Ε. (1991). Η εικόνα της γυναίκας. Διαχρονική έρευνα των αναγνωστικών βιβλίων του Δημοτικού Σχολείου. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

Πλοήγηση