Το αναγνωστικό αυτό είναι ένα από τα αναγνωστικά της Εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917.
Η προετοιμασία των νέων αναγνωστικών μέσα στο ταχύτερο χρονικό διάστημα είναι ένας από τους βασικότερους στόχους των υπευθύνων της μεταρρύθμισης. Εξάλλου ο ίδιος ο Βενιζέλος θεωρεί τη συγγραφή των νέων αναγνωστικών ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της πρωθυπουργίας του.
Ο Καρκαβίτσας εμπνέεται από τη βυζαντινή περίοδο και τον ακριτικό κύκλο γράφοντας για την Ε΄ τάξη το ομώνυμο έργο. Εξάλλου και το Πρακτικό της Επιτροπής στην προκήρυξη τια τα αναγνωστικά της Ε΄, ζητάει για το αναγνωστικό της Ε΄ τάξης να έχει ως κύρια ιδέα:
«η υπέρ της πατρίδος αυτοθυσία…Ως κέντρον της δράσεως δύνανται να χρησιμεύσωσι σύγχρονοι ή και ιστορικαί πράξεις»
βλ. Δελτίον του Εκπαιδευτικού Ομίλου 1920, 8, σελ.145
Η Επιτροπεία όμως θα είναι σκληρή και για το αναγνωστικό αυτό του Καρκαβίτσα. Γράφει μεταξύ άλλων:
«Κατά δε το περιεχόμενον το βιβλίον τούτο φαίνεται όλως αντίθετον προς το αναγνωστικόν της Γ΄ τάξεως, τουτέστι τα «Ψηλά Βουνά», διότι εκείνο μεν δεν αναφέρει την θρησκείαν ειμή ελάχιστα και εν παρόδω ως κτήμα δεισιδαιμόνων γερόντων και καλογήρων, αγνοεί την πατρίδα, σχεδόν δε και την οικογένειαν∙ τούτο δε έχει πλησμονήν θρησκευτικών πραγμάτων, δεν αγνοεί την πατρίδα και ενίοτε κατά σπανίας τινάς περιστάσεις αναφέρει και πρόσωπα έχοντα συναίσθησιν καθήκοντος και οικογενειακής στοργής. Ενίοτε προσέτει εκδηλούται και θαυμασμός τις προς τον αρχαίον Ελληνισμόν. Πάντα ταύτα όμως είναι απλή επίφασις ή μάλλον φενάκη προς παραπλάνησιν της κοινής γνώμης, συνταραχθείσης κατά την έκδοσιν των «Ψηλών Βουνών». Πράγματι δε και τούτο το βιβλίον άγει δι’ άλλης οδού εις το αυτό τέρμα, ως εκείνο τουτέστι την αποξένωσιν από παντός εθνικού ιδεώδους και επομένως τον μπολσεβικισμόν. Τα κινούνται εις πράξεις τους ήρωας του μυθιστορήματος ελατήρια δεν είναι ούτε το θρησκευτικόν συναίσθημα ούτε η φιλοπατρία, ούτε άλλη τις αρετή, αλλ΄αισθήματα και πάθη ταπεινά..».
βλ. Έκθεσις της Επιτροπείας της διορισθείσης προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων (1921). Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Μ. Μαντζεβελάκη, σελ. 46-48